Δάμων και Φιντίας

Ήταν κάποτε δυο φίλοι
στο μικρό μας το νησί
δυόσμος με το καριοφίλι
τσάμπουρο με το κρασί.

Βγαίνανε μαζί σεργιάνι
πριν αλλάξουν οι καιροί
και στην εκκλησιά του Αι-Γιάννη
άναβαν μαζί κερί.

Έλαμπε το καλοκαίρι
ήμουνα κι εγώ παιδί
τέτοιο αγαπημένο ταίρι
στη ζωή δεν είχα δει.

Τους εκοίταζαν οι γλάροι
τους εκοίταζα κι εγώ
σαν θαλασσινό φεγγάρι
πάνω από την Αμοργό.

Κάποτε έφερε τ’ αγέρι
μια γοργόνα από την Τζια
τρυφερή σαν περιστέρι
λυγερή σαν νεραντζιά.

Με τα φωτεινά της μάτια
στο γιαλό κάθε βραδιά
έκαν’ εκατό κομμάτια
τη φτωχή τους την καρδιά.

Είχε ο κόσμος πια μαυρίσει
κι από κείνον τον καιρό
έγιν’ η ψυχή τους βρύση
με φαρμακερό νερό.

Πήρε ο ένας το μαχαίρι
πήρε ο άλλος το σπαθί
και τ’ αγαπημένο ταίρι
το ’χε η μοίρα να χαθεί.

 

 

 

* [Όλα τα τραγούδια pages 160–161]

Στον δίσκο είναι τελευταίο στη σειρά. Μετατέθηκε για λόγους χωροταξίας.

[From ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ. See page 149.]