Α. Έχω σπίτι στα Βριλήσσια βίλα στον Κοκκιναρά πάντα δούλευα σκυλίσια τώρα είμαι μια χαρά. Όλο μπρος εμπρός εμπρός καμαρώνω σα γαμπρός. Μύγες βλέπω τους λοιπούς γηγενείς κι αλλοδαπούς. Μη λες πως είμαι κουτεντές έχω και Ρολλς και Μερσεντές. Β. Βάλε φωτιά στη φτέρνα σου κι απάνω της ακούμπα στη χασαποταβέρνα σου να τρέξεις για γαρδούμπα. Τα δίκαια και τ’ άδικα τα θες όλα δικά σου μα μόνο στα σκυλάδικα περνάει ο τσαμπουκάς σου. Α. Πάντα ντύνομαι στην τρίχα με Τρουσσάρντι και Φερρέ κι έτσι σου ’κοψα το βήχα γείτονά μου πονηρέ. Κάτω τα Ελληνικά. Ζήτω τα Ιταλικά. Όλο σι και σι και νο για Μιλάνο ξεκινώ. Έχω ακριβή θαλαμηγό με καπετάνιο Νορβηγό. Β. Πολύ δε θέλει ο Έλληνας να χάσει τη λαλιά του και να γινεί μισέλληνας από την αμυαλιά του. Οι πρόγονοί σου Λιάπηδες με γίδια και γελάδια και συ μέσα στους γιάπηδες με τα μυαλά σου άδεια. * [Όλα τα τραγούδια pages 668–669] Ο Γκάτσος εδώ ερμηνεύει τον όρο ελεύθερα ως «ικανοποιημένο αρχοντοχωριάτη». Βλ. Χοσέ Ορτέγα υ Γκασσέτ, Η εξέγερση των μαζών, σ. 138, μτφ. Χρήστος Μαλεβίτσης (εκδ. Αρμός 2010).