Χρησμοί της Σίβυλλας

    Βεγιαλελάλα λεγιά
    βεγιαλελάλα λεγιά!
    Απ’ της μάνας μου τη μήτρα
    έχω μάθει ν’ αγρυπνώ
    καίω θειάφι μες στη χύτρα
    και διαβάζω τον καπνό.
    Βεγιαλελάλα λεγιά!

Όποιος ψηλά δεν πέταξε δεν ξέρει τ’ είναι κάστρο
κι όποιος το φως δεν άγγιξε ποτέ δε γίνετ’ άστρο.
Λελεγιά!

    Βεγιαλελάλα λεγιά
    βεγιαλελάλα λεγιά!
    Την πιστή μου κουκουβάγια
    κάθε νύχτα τη ρωτώ
    και μασώντας άγια βάγια
    σ’ άλλα σύνορα πετώ.
    Βεγιαλελάλα λεγιά

Όποιος τον πόνο γνώρισε θα ’χει αδερφό τον πόνο
κι όποιος φοβάται το θάνατο θα τον σηκώνει στον ώμο.
Λελεγιά!

    Βεγιαλελάλα λεγιά
    βεγιαλελάλα λεγιά!
    Το παλιό μου το κιτάπι
    έχει ξεθωριάσει πια
    ποιος θυμάται την αγάπη
    ποιος πιστεύει σ’ ανθρωπιά.
    Βεγιαλελάλα λεγιά!

    Μα η αγάπη
    θα ξαναζήσει πάλι με τον πόνο της
    το γκρέμισμά της πάλι θ’ αντικρίσει
    θα δει να χάνονται όλα, κι όμως πάντα
    με το σκοτάδι μπρος σκοτάδι πίσω της
    πάντα θα ζει και πάντα θα’ ναι αγάπη.1

 

 

 

* [Όλα τα τραγούδια pages 308–309]

[From ΤΑ ΠΑΡΑΛΟΓΑ. See page 301.]

1. Ο «Ιώβ» του Άρτσιμπαλντ Μακ Λης, στη μετάφραση του Γκάτσου, τελειώνει ως εξής:
			Και η αγάπη
θα ξαναζήσει πάλι με τον πόνο της,
το γκρέμισμά της πάλι θα αψηφήσει,
θα δει να χάνονται όλα  —  κι όμως, πάντα,
με αμφιβολία, με φόβο, μη γνωρίζοντας
τίποτα, μην προσμένοντας απάντηση,
με το σκοτάδι μπρος, σκοτάδι πίσω της,
πάντα και πάλι, πάντα και ξανά...
πάντα θα ζει...
		και πάντα θα ’ναι αγάπη!......