Ο Σαμ ο Τζόννυ κι ο Ιβάν

Ο Σαμ ο Τζόννυ κι ο Ιβάν
σε μαύρη θάλασσα τραβάν
κρυφά να κουβεντιάσουνε
τον κόσμο να μοιράσουνε.

Αναστενάζουν οι λαοί
μα εκείνοι τώρα σαν θεοί
παίζουν τη γη στα χέρια τους
και δείχνουν τα μαχαίρια τους.

Ιβάν σου δίνω, λέει ο Σαμ,
απ’ όσα βλέπεις τα μισά
μα μην ξεχνάς τον Τζόννυ μου
που ’ναι γονιός κι αγγόνι μου
που ’χε παλάτια τρίπατα
και δεν του μένει τίποτα.

Σύντροφε Σαμ, λέει ο Ιβάν,
είναι τα λόγια σου ακριβά
μα σε καινούργια χαρτωσιά
μην κάνεις άλλη μπαμπεσιά
γιατί το βιος μου χάλασα
να βγω κι εγώ στη θάλασσα.

Και του Καυκάσου οι αστραπές
με τον παλιό τους γύπα
κλαίγαν για τούτες τις ντροπές
και γι’ άλλες που δεν είπα.

Ο Σαμ ο Τζόννυ κι ο Ιβάν
βάζουν το σκούφο τους στραβά
κι ώσπου να φαν κι ώσπου να πιουν
και παραμύθια να μας πουν
τον κόσμο τον μοιράσανε
και δε μας λογαριάσανε.

 

 

 

* [Όλα τα τραγούδια page 261]