Ο Σατωβριάν ο Γάλλος ήταν σοφός μεγάλος και μια που ήρθε ο λόγος ήταν κι αρχαιολόγος. Τον κόσμο είχε γυρίσει κι ήταν καιρός πια τώρα να δει και να γνωρίσει των Αχαιών τη χώρα. Αφήνει το Παρίσι κι ένα πρωί του Μάρτη το πόδι είχε πατήσει στην ξακουσμένη Σπάρτη. Τον βλέπουν οι ραγιάδες κι από βουνά και δάση του Ρήγα τις φυλλάδες του φέρνουν να διαβάσει. Από την ώρα εκείνη τους είδε σαν παιδιά του κι έκαμε την καρδιά του ελευτεριάς καμίνι. Με το σπαθί τους οι άλλοι κι εκείνος με την πένα δοξάσαν τη μεγάλη γενιά του Εικοσιένα. * [Όλα τα τραγούδια page 599]