Τραγούδι του φυλακισμένου

Άρρωστο φως πάνω στον βρώμικο τον τοίχο
άγρια σιωπή σ’ αυτήν την κρύα φυλακή
κάποιας καμπάνας φέρνει ο άνεμος τον ήχο:
θα ξημερώνει Κυριακή.

Εγώ το ήπια το ποτήρι1 και θ’ αντέξω
με συντροφιά τη θύμησή του την πικρή
μα εσείς που ζείτε και γελάτε τώρα απέξω
εσείς θα είσαστε οι νεκροί.

Τα χρόνια φεύγουν από πάνω μου σα φύλλα
είμ’ ένα δέντρο στην αρμύρα του γιαλού
μα μη μου λέτε για ντροπή και για σαπίλα
να τη ζητήστε κάπου αλλού.

Εγώ το ήπια το φαρμάκι και θ’ αντέξω…

 

 

 

* [Όλα τα τραγούδια page 344]

[From ΤΟ ΔΡΟΜΟΛΟΓΙΟ. See page 333.]

1. φαρμάκι.